- κοντομονόβολον
- κοντομονόβολον και κονδομονόβολον, τὸ (Μ)αγώνισμα παραπλήσιο με το σημερινό άλμα επί κοντώ, που γινόταν στα αμφιθέατρα και στους ιπποδρόμους τών Βυζαντινών.[ΕΤΥΜΟΛ. < κοντός + μονό-βολον (< μονός + -βολον < βόλος < βάλλω)].
Dictionary of Greek. 2013.